Άρθρο του Κωνσταντή Σεβρή, στην voria.gr
Στις 24 Φεβρουαρίου του 2022, ο κόσμος άλλαξε. Η γενικευμένη επίθεση των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων κατόπιν σχετικής εντολής του προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας επέφερε σαρωτικό πλήγμα στην ισχύουσα τάξη πραγμάτων. Δεν μπορούμε να ορίσουμε τη χρονική διάρκεια, είναι βέβαιο όμως πως θα μεσολαβήσουν αρκετές δεκαετίες για να διαμορφωθεί μια νέα ισορροπία τον, ταραγμένο καταπώς φαίνεται, 21ο αιώνα.
Οι γεωπολιτικές πιέσεις του ευρασιατικού άξονα Μόσχας – Άγκυρας απλώνονται σε μια τεράστια γεωγραφική έκταση από τη Θάλασσα Μπάρεντς έως το κουρδικό Κομπάνι. Κατοχικές στρατιωτικές δυνάμεις του ευαρασιατικού άξονα δρουν στα Ουκρανικά, Αρμενικά, Γεωργιανά, Συριακά, Κουρδικά και Λιβυκά εδάφη. Η Ελλάδα βρίσκεται σε έναν γεωπολιτικό χώρο που επηρεάζεται με ασύλληπτη ένταση από τους παγκόσμιους γεωπολιτικούς κραδασμούς. Πιέσεις που θα γνωρίσουν νέα όξυνση, από τη στιγμή που η Ελλάδα μετατρέπεται απότομα σε κόμβο των νέων διαδρομών ενέργειας και πρόκειται σε σύμπραξη με τρίτους να καταστεί η ίδια εξορυκτική δύναμη.
Σε αυτό το πλαίσιο, με την αυγή του νέου έτους, η ελληνική κοινωνία θα οδηγηθεί σε πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις. Εθνικές, περιφερειακές και τοπικές. Δυστυχώς η μεταπολίτευση, πέραν άλλων, κληρονόμησε στις επόμενες γενιές μια αήθη και φανατισμένη αισθητική για την προεκλογική περίοδο. Ασαφείς παροχές προς όλους, συναισθηματική επίκληση των αδυνάμων, φορτισμένες προτροπές για τη νέα γένια, σκάνδαλα και δήθεν κοστολογήσεις των πάντων συνοδεύουν τις μαραθώνιες προεκλογικές αναλύσεις. Εμπειρία που επανειλημμένα ματαιώνει το δημοκρατικό κεκτημένο και βυθίζει προς «τα κάτω», τα ποσοστά συμμετοχής στις εκλογές.
Μπορεί στη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα, σε αυτό το σύνορο του κόσμου και σε αυτήν την απότομη στροφή της ιστορίας, να αφεθούμε στην προεκλογική πεπατημένη; Του τηλεκανιβαλισμού και του πολέμου όλων εναντίων όλων; Όχι, δεν μπορούμε. Και πρέπει να γίνει σαφές στους πάντες. Άσχετα από το «χρωματισμό» των πολιτικών και ιδεολογικών απόψεων.
Η ενίσχυση της εθνικής άμυνας, οι πολιτικές δημογραφικής ανάκαμψης, ο ατλαντικός και o ευρωπαϊκός προσανατολισμός και οι πολιτικές αποτροπής των μεταναστευτικών ρευμάτων, αποτελούν βασικά σημεία της προεκλογικής ατζέντας. Τα προεκλογικά συνθήματα και οι πολιτικές δεσμεύσεις για αυτά τα ζητήματα θα «ακουστούν» και εκτός συνόρων. Είναι σημαντικό, τα αναδυόμενα υπερεθνικά «μπλοκ» να δουν στη διάρκεια των εθνικών εκλογικών αναμετρήσεων την ομοθυμία του ελληνικού πολιτικού κόσμου για την υπεράσπιση των εθνικών μας συνόρων και συμφερόντων. Και να μην παρακολουθήσουν έναν κακόγουστο τηλεοπτικό εμφύλιο που «τζογάρει» πάνω σε αριθμούς από Ραφάλ ή προσλήψεων συνοριοφυλάκων.
Ο πολιτικός και ο ιδεολογικός ανταγωνισμός έχει μια σειρά εσωτερικών θεμάτων για να εκφραστεί με παραγωγική οξύτητα. Η αναμόρφωση ενός κράτους Δικαίου και δημοκρατικού ελέγχου, ο ψηφιακός μετασχηματισμός του δημοσίου, οι αντιφάσεις ενός οικονομικού μοντέλου ασφυκτικής φορολογικής πίεσης και της οικονομίας των επιδομάτων ή των επιταγών, το εκπαιδευτικό σύστημα και το εθνικό σύστημα υγείας αποτελούν ορισμένες ψηφίδες στο προεκλογικό μωσαϊκό που προσμένουμε όλοι έναν ουσιώδη και επιδραστικό διάλογο.
Από το εθνικό στο τοπικό επίπεδο
Αναπόφευκτα, οι τεκτονικές αλλαγές που περιγράψαμε προηγουμένως επιδρούν αποφασιστικά και στο μερικό, τοπικό επίπεδο. Επιδρώντας και στη προεκλογική περίοδο των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών. Ο προεκλογικός διάλογος στην Αλεξανδρούπολη για παράδειγμα, δεν μπορεί να διεξαχθεί με τους παραδοσιακούς όρους καθώς η πόλη έχει συντριπτική στρατηγική και γεωπολιτική αναβάθμιση και αποτελεί ένα από τα πλέον προβεβλημένα «λιμάνια» των σύγχρονων ανταγωνισμών. Ο ευρύτερος Θρακικός χώρος, δεν μπορεί να αφήσει εκτός του προεκλογικού διαλόγου «την νέα ακριτική πραγματικότητα» που ξημέρωσε μετά την 28η Φεβρουαρίου 2020 και την υβριδική εισβολή μεταναστών κατά το μήκος των συνόρων του Έβρου, ούτε να αφήσει στην αφάνεια τα ζητήματα των Ελλήνων μουσουλμάνων, όταν τους τελευταίους βλέπει η τουρκική διπλωματία ως το υποκείμενο πάνω στο οποίο θα δικαιολογήσει επιθετικές δράσεις στον ηπειρωτικό κορμό της χώρας.
Πέρα λοιπόν από την παραδοσιακή ατζέντα της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι αναγκαία η υπέρβαση όλων των πολιτικών δυνάμεων, προς έναν οραματικό προβληματισμό για το μερικό και το τοπικό. Εμφανώς, η υπέρβαση και ο οραματικός διάλογος προϋποθέτει τον μέγιστο βαθμό συναίνεσης στα ζητήματα καθημερινότητας. Δεν μπορεί να διατυπωθεί ο οποιοσδήποτε οραματικός προβληματισμός, όταν γίνονται ασύλληπτης έντασης πολιτικές αντιπαραθέσεις εμφυλιοπολεμικής αισθητικής για μια πεζοδρόμηση, για ένα πρόγραμμα φορτοεκφόρτωσης, για μια απαλλοτρίωση ή για τη συντήρηση μιας περιφερειακής οδικής αρτηρίας.
Η περιφερειακή οραματική ιδεολογική και πολιτική συζήτηση είναι παράλληλα απαραίτητη για να «φρενάρει» η απονέκρωση μιας υδροκέφαλης χώρας, που έξω από τα στενά όρια της Αττικής δεν βλέπει τίποτα.
Η περίπτωση της Θεσσαλονίκης
Η απότομη στρατηγική αναβάθμιση του ευρύτερου Θρακικού χώρου και του Βορειανατολικού Αιγαίου, οι πιέσεις στις ροές των ρωσικών κεφαλαίων που είχαν ως «ορμητήριο» την πόλη, η διπλωματική αναβάθμιση της Κωνσταντινούπολης ως πόλη παγκόσμιας προβολής και επικοινωνίας του Ρωσοτουρκικού και ευρύτερα του ευρασιατικού άξονα και οι πολλαπλών ταχυτήτων ανταγωνισμοί στη Βαλκανική χερσόνησο είναι βασικά σημεία της νέας πραγματικότητας που επηρεάζει την πόλη μας.
Έχει σημασία σε αυτό το εκλογικό έτος που ξημερώνει σε λίγες μέρες η κοινωνία της Θεσσαλονίκης να διεξάγει έναν υψηλού περιεχομένου και σύνθεσης διάλογο.
Για την εθνική μοίρα, το σύνολο του πολιτικού κόσμου της πόλης που επιθυμεί να αναλάβει κοινοβουλευτικά καθήκοντα, οφείλει να προκρίνει τοποθετήσεις ύψιστης συναίνεσης και συνεργασίας για τα ζητήματα εθνικής επιβίωσης, αφήνοντας πίσω την παλιά νοοτροπία του πολιτευτή της «συμπρωτεύουσας» που μιλά ασαφώς για ένα ατελείωτο «μετρό» και τις δήθεν πολιτικές ενός υπουργείου – κτηρίου. Η κοινωνία της πόλης έχει ανάγκη οι τοπικοί αντιπρόσωποι να εμβαπτιστούν με νέο περιεχόμενο και με νέο ρόλο, όταν τα τελευταία χρόνια το τοπικό πολιτικό προσωπικό έχει απαξιωθεί σε τρίτους και τέταρτους ρόλους, στη ραχοκοκαλιά της εθνικής διοίκησης.
Στο τοπικό πεδίο είναι η στιγμή ο πολιτικός διάλογος να θέσει ένα οραματικό ορίζοντα για την επόμενη δεκαετία. Σε αυτό διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο ο κεντρικός δήμος της πόλης, ο δήμος Θεσσαλονίκης. Αρκετοί φίλοι μου, από κάθε απόχρωση του πολιτικού φάσματος, που ασχολούνται συστηματικά με τα ζητήματα της πόλης μας, σφάλλουν, κατά την ταπεινή μου γνώμη, αν νομίζουν πως τώρα είναι η στιγμή για τη «μητέρα των μαχών» και τη γενικευμένη «σύγκρουση όλων εναντίων όλων» για τον δήμο Θεσσαλονίκης.
Η «στροφή» της ιστορίας επιβάλει σε όλες τις δημιουργικές πολιτικές δυνάμεις της πόλης να εκφραστούν με τον μέγιστο βαθμό συναίνεσης μπροστά στα ζητήματα καθημερινότητας και κανονικότητας της πόλης. Η δημιουργία του «χάρτη» των συναινέσεων θα πρέπει να είναι η συνισταμένη όλων των προεκλογικών προγραμμάτων και συνθημάτων. Είναι η στιγμή να δούμε το δάσος και όχι το δέντρο.
Η επόμενη διοίκηση του κεντρικού δήμου θα «εκβιαστεί» από την ένταση της περιόδου να πατήσει σε δυο βάρκες καθώς θα κληθεί να αντεπεξέλθει με όρους συναινετικούς, οικονομικούς και τεχνοκρατικούς στη διαχείριση της καθημερινότητας μιας πόλης που, όμοια με την υπόλοιπη χώρα, θα παλεύει με νέα κύματα ύφεσης, ενεργειακής μετάβασης και πληθωρισμού. Ταυτόχρονα θα πρέπει με υψηλή πολιτική και ιδεολογική σύνθεση να απαντά ουσιωδώς στις διαρκώς αυξανόμενες γεωπολιτικές προκλήσεις της περιόδου.
«Άθελά» της η Θεσσαλονίκη θα κληθεί με τις μικρές της δυνάμεις να διαδραματίσει τα επόμενα χρόνια έναν ανταγωνιστικό ρόλο στην Κωνσταντινούπολη. Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη που θα αποτελέσει τον εμπορικό, επιστημονικό και οικονομικό βραχίονα της Θράκης. Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη που θα κληθεί να στεγάσει διπλωματικά το κεκτημένο της «ατλαντικής» σταθερότητας στο Βορειοανατολικό Αιγαίο και τη βαλκανική χερσόνησο.
Και μια προτροπή.
Αν θέλουμε να έχουμε μια καλή εκλογική χρονιά θα πρέπει να πετάξουμε από πάνω μας τον «μεταπολιτευτικό» προεκλογικό εαυτό μας.
Συναινετικός λόγος της υποψήφιας εθνικής αντιπροσωπίας στα ζητήματα εθνικής επιβίωσης. Συναινετικός λόγος της υποψήφιας τοπικής αντιπροσωπίας στα ζητήματα καθημερινότητας. Ποιοτικός, δημοκρατικός, πολιτικός και οξυμένος ιδεολογικός ανταγωνισμός σε ζητήματα εθνικής ανάπτυξης, κρατικής διάρθρωσης και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Ποιοτικός, δημοκρατικός, πολιτικός και οξυμένος ιδεολογικός ανταγωνισμός για την περιφερειακή ανάπτυξη και τον οραματικό προσανατολισμό των μεγάλων αστικών κέντρων. Καλή χρονιά σε όλες κι όλους.
* Ο Κωνσταντίνος Σεβρής είναι πολιτικός επιστήμονας, πρώην δημοτικός σύμβουλος της παράταξης Μένουμε Θεσσαλονίκη